Μακεδονικός Αγώνας. Φώτιος Καλπίδης: Ο μακεδονομάχος δεσπότης της γειτονιάς μας.
11 Οκτωβρίου 2019Ο Μακεδονικός Αγώνας ήταν ένας αμυντικός πόλεμος χωρίς καθορισμένη γραμμή μετώπου και με στρατεύματα σε αντιπαράταξη. Μέτωπο του ήταν όλη η τουρκοκρατούμενη τότε Μακεδονία.
Γράφει η Ζωή Κουτσουρά, δασκάλα της Ε΄τάξης
Κύριοι αντίπαλοι ήταν οι Βούλγαροι και σύσσωμος ο Ελληνισμός από το άλλο μέρος . Στον αγώνα τους οι Έλληνες είχαν να αντιμετωπίσουν ταυτόχρονα τις δυνάμεις του Τούρκου δυνάστη, τις βλέψεις άλλων βαλκανικών κρατών, αλλά και τις μεγάλες δυνάμεις της Ευρώπης που επιδίωκαν να κάμψουν το εθνικό φρόνημα, να αλλοιώσουν τον πληθυσμό για να προωθήσουν τα συμφέροντά τους στην περιοχή. Ο αγώνας αυτός κράτησε 40 περίπου χρόνια από το 1870 ως το 1908.
Η Μακεδονία ήταν πάντοτε το κλειδί για τον έλεγχο των εμπορικών οδών στο σταυροδρόμι των Ηπείρων προς την Ανατολή και Δύση. Ήλεγχε τους παραδοσιακούς μεγάλους δρόμους του Δούναβη προς το Αιγαίο και συνέδεε την Αδριατική με το Αιγαίο. Η θέση της αυτή την καθιστά και σήμερα ιδιαίτερα σημαντική για τις ευρωπαϊκές δυνάμεις και τους γειτονικούς λαούς.
Κυρίαρχοι στη Μακεδονία τα χρόνια εκείνα ήταν οι Τούρκοι, οι δυνάστες του τόπου. Κάτω από τους Τούρκους ζούσαν οι χριστιανοί Έλληνες στο μεγαλύτερο ποσοστό, με λίγους Βούλγαρους και ελάχιστους Αλβανούς, Σέρβους, Εβραίους και Αθιγγάνους.
Ολόκληρη η Οθωμανική αυτοκρατορία ήταν χωρισμένη σε μεγάλες διοικητικές περιοχές, που ονομάζονταν «βιλαέτια». Έτσι η Μακεδονία χωριζόταν στο βιλαέτι Θεσσαλονίκης που κάλυπτε την κεντρική και ανατολική Μακεδονία και το βιλαέτι Μοναστηρίου τη δυτική και βόρεια αντίστοιχα.
Το Μοναστήρι και η Θεσσαλονίκη, πρωτεύουσες στα αντίστοιχα βιλαέτια, ήταν μεγάλα αστικά, οικονομικά και στρατιωτικά κέντρα της Οθωμανικής αυτοκρατορίας.
Το πολιτιστικό επίπεδο των Ελλήνων ήταν ανώτερο σε σύγκριση με τους άλλους χριστιανικούς πληθυσμούς. Στα αστικά κέντρα, όπως στην Θεσσαλονίκη, τις Σέρρες, την Καστοριά, το Μοναστήρι, το Κρούσοβο, το Πισοδέρι, το Νυμφαίο, την Κλεισούρα, την Βλάστη, το Βογατσικό εξακολουθούσε να επιζεί ολοζώντανος ο ελληνικός βυζαντινός πολιτισμός.
Επίσημη γλώσσα ήταν η τουρκική. Μετά την τουρκική κυριαρχούσα γλώσσα ήταν η ελληνική και ακολουθούσαν η βουλγαρική , η σερβική και η αλβανική Και κοντά σ' αυτές ομιλούνταν και τα δύο γνωστά τοπικά ιδιώματα, το βλάχικο στην περιοχή Μοναστηρίου, και το σλαβογενές ιδίωμα στις περιοχές Φλωρίνης, Μοναστηρίου, Εδέσσης, Κιλκίς, Γευγελής και Σερρών.
Οι Έλληνες ήταν συγκεντρωμένοι στις αστικές κυρίως περιοχές της Μακεδονίας και αποτελούσαν με τους Εβραίους την ανώτερη ή μεσαία τάξη, σε αντίθεση με τη σλαβόφωνη ομάδα που ζούσε στις αγροτικές περιοχές.
Όταν άρχισε να καταρρέει η οθωμανική αυτοκρατορία οι μεγάλες ευρωπαϊκές δυνάμεις και οι βαλκανικές εθνότητες κινητοποιήθηκαν προς όφελος των συμφερόντων τους. Η Ρωσία για να βρει διέξοδο στο Αιγαίο επιχείρησε να στραφεί προς τους Έλληνες, όταν όμως αντελήφθη ότι ο Ελληνισμός, όχι μόνον δεν ήταν εύκολο να γίνει υποχείριό της , αλλά θα γινόταν εμπόδιο στα σχέδιά της . Αναζήτησε άλλη λύση. Και ανακάλυψε τους Βούλγαρους.
Η Αυστροουγγαρία είχε βλέψεις για τη Θεσσαλονίκη και η Ρουμανία ήλπιζε σε μια μελλοντική διέξοδο στο Αιγαίο. Η Αγγλία ήθελε να ελέγχει τις ναυτικές οδούς προς τις Ινδίες και ήθελε να
διατηρηθεί η Οθωμανική Αυτοκρατορία. Το 1878 η Κύπρος αγοράζεται από την Αγγλία.
Το Συνέδριο του Βερολίνου την ίδια χρονιά ήταν καθοριστικό για τις εξελίξεις στην περιοχή. Ένας νέος παίχτης εμφανίζεται στην περιοχή, η Γερμανία, η οποία διεισδύει στην Τουρκία . Η Μακεδονία είναι στο επίκεντρο των εξελίξεων. Ελλάδα, Βουλγαρία, Σερβία, Ρουμανία ανταγωνίζονται για την κυριαρχία της περιοχής. Το 1885 η Βουλγαρία προσαρτεί την Αν. Ρωμυλία.
Η Βουλγαρία με το σύνθημα: «Χωρίς τη Μακεδονία το Βουλγαρικό κράτος στη Χερσόνησο του Αίμου είναι χωρίς σημασίας και η Θεσσαλονίκη πρέπει να αποτελέσει την πύλη του κράτους αυτού...» ξεκινά με τη βοήθεια της βουλγαρικής εκκλησίας μία εξοντωτική για τους Έλληνες προπαγάνδα. Διαθέτοντας και χαρίζοντας πάρα πολλά χρήματα - αποκτά το δικαίωμα να ιδρύει Μητροπόλεις, ναούς και σχολεία σε όλα τα μέρη της Μακεδονίας.
Από το 1895 η κατάσταση γενικεύεται με τις βουλγάρικες συμμορίες, τους κομιτατζήδες, να επιτίθενται στους Μακεδόνες οι οποίοι θυσιάζονται για να μην δηλώσουν Βούλγαροι. Παπάδες, δάσκαλοι, προεστοί μπαίνουν μπροστά και θυσιάζονται. Οι Έλληνες Μακεδόνες αμύνονται στη γενέτειρά τους Μακεδονία.
Σχηματίζουν τοπικές επιτροπές σε διάφορα κέντρα, ενώ η εκκλησία και το σχολείο γίνονται πόλοι συσπείρωσης τους. Σύντομα η αντίδραση εκδηλώνεται και στην ελεύθερη Ελλάδα, καθώς και στις ελληνικές κοινότητες της Ευρώπης με την οργάνωση πανελλήνιων συλλόγων, καθώς και μικρών ανταρτικών σωμάτων, με σκοπό την αφύπνιση του Ελληνισμού και τον επηρεασμό της ευρωπαϊκής κοινής γνώμης.
Κατά το σχολικό έτος 1894-1895 λειτουργούν σ' ολόκληρη τη Μακεδονία 907 ελληνικά σχολεία με 1.245 δασκάλους και καθηγητές και 53.633 μαθητές. Το ελληνικό κράτος αδυνατεί να βοηθήσει. Το 1893 η Ελλάδα χρεοκοπεί ,ενώ το 1897 κατανικιέται και ταπεινώνεται. Οι πολεμικές αποζημιώσεις διπλασιάζουν το δημόσιο χρέος , οι ξένοι δανειστές της εγκαθίστανται στην Αθήνα και δεσμεύουν όλα τα δημόσια έσοδα. Μικρή, φτωχή και γονατισμένη η Ελλάδα διαθέτει μόλις 2,6 εκατ. κατοίκους στην συντριπτική πλειοψηφία πάμπτωχους χωρίς Στρατό και Στόλο.
Μόνο το Οικουμενικό Πατριαρχείο και ειδικότερα ο οικουμενικός πατριάρχης Ιωακείμ ο Γ΄ ο μεγαλοπρεπής με καταγωγή από το Κρούσοβο της Πελαγονίας, με το υψηλό αίσθημα ευθύνης που τον διακατέχει, αποφασίζει να δράσει. Στέλνει στη Μακεδονία νέους στην ηλικία μητροπολίτες με μεγάλη μόρφωση, θάρρος και γενναιότητα για να σταθούν με αυταπάρνηση κοντά στο δοκιμαζόμενο λαό της Μακεδονίας.
Τέτοιοι μητροπολίτες είναι ο μητροπολίτης Καστοριάς Γερμανός Καραβαγγέλης, ο μητροπολίτης Δράμας, Χρυσόστομος Καλαφάτης, ο Γρεβενών Αιμιλιανός Λαζαρίδης, ο Πελαγονίας Ιωακείμ Φορόπουλος, ο Κίτρους Παρθένιος Βαρδάκας, ο Κορυτσάς Φώτιος Καλπίδης.
Σε κάθε χωριό δίπλα σε αυτούς που ηγούνται του αγώνα υπάρχει κι ένας παπάς κι ένας δάσκαλος που αντιμετωπίζοντας μύριες στερήσεις, ταλαιπωρίες και κινδύνους δίνει τη ζωή, την ψυχή του για να σώσει τη Μακεδονία.
Το 1902 έρχεται με αίτησή του Γραμματέας στο Ελληνικό Προξενείο Μοναστηρίου ο Ίων Δραγούμης, 24 μόλις ετών. Είναι γιός του Μακεδόνος Στεφάνου Δραγούμη, που είχε οργανώνει την Επανάσταση της Μακεδονίας το 1878. Αναδεικνύεται μέγας Εθναπόστολος. Οργώνει τη Μακεδονία, οργανώνει την εθνική άμυνα, γράφει βιβλία και άρθρα για να ξεσηκώσει το Έθνος. Κράζει στην τρομαγμένη Αθήνα: Έλληνες, βοηθήστε τη Μακεδονία και η Μακεδονία θα μας σώσει.
Η κατάσταση στο Μοναστήρι είναι τραγική. Καταπίεση του πληθυσμού, εκβιασμοί, πυρπολήσεις ολόκληρων χωριών, αρπαγές περιουσιών, . Αυτή είναι η κατάσταση όταν αναλαμβάνει τη μητρόπολη Κορυτσάς ο Φώτιος Καλπίδης. Ο Φώτιος γεννήθηκε το 1862 στα Τσαγκράκ της Κερασούντας του Πόντου. Ο πατέρας του ήταν από τους καλύτερους οικογενειάρχες του Τσαγκράκ, διακρινόμενος κυρίως για την καλή διαπαιδαγώγηση των παιδιών του. Η μητέρα του μια αρχόντισσα γελαστή, ελεήμων, καλοκάγαθη.
Ο Φώτιος είχε 7 αδέρφια. Φοίτησε στο αλληλοδιδακτικό σχολείο του Τσαγκράκ, στη συνέχεια στο ελληνικό σχολείο, στο ημιγυμνάσιο και ολοκλήρωσε τις σπουδές του στην Θεολογική Σχολή της Χάλκης. Το 1891 ήρθε στην Κωνσταντινούπολη και υπηρέτησε στο Οικουμενικό Πατριαρχείο, όπου του ανατέθηκαν με επιτυχία πολλά καθήκοντα και αποστολές.
Όταν Πατριάρχης ανέλαβε ο Ιωακείμ ο Γ΄ ο Μεγαλοπρεπής, ο Φώτιος εκλέχτηκε Μητροπολίτης Κορυτσάς και Πρεμέτης. Σαν άνθρωπος ήταν ολιγόλογος, σεμνός, με συνεσταλμένο βλέμμα, μικρός στο ανάστημα και λεπτοφυής στο σώμα.
Το 1902 ο Φώτιος έρχεται στη Μητρόπολη Κορυτσάς και πρώτο μέλημά του είναι η λειτουργία και η χρηματοδότηση των σχολείων . Η Κορυτσά είναι πόλη στην νοτιανατολική Αλβανία, ανήκει στο βιλαέτι Μοναστηρίου και άρχισε να ακμάζει όταν η γειτονική Μοσχόπολη λεηλατήθηκε από τα αλβανικά στρατεύματα του Αλή Πασά το 1788. Επί αιώνες η Κορυτσά υπήρξε σημαντικό θρησκευτικό κέντρο των ορθόδοξων Χριστιανών και από τα 1670 αποτελεί έδρα ορθόδοξου μητροπολίτη.
Το 19 ο αιώνα ντόπιοι ευεργέτες δώρισαν χρήματα για την προώθηση της ελληνικής παιδείας και του πολιτισμού στην Κορυτσά. Την εποχή που φτάνει ο Φώτιος στην Κορυτσά λειτουργούν ελληνικά σχολεία σε 22 χωριά. Η βασική πολιτική είναι ότι με την εκπαίδευση τα παιδιά θα μάθουν και θα κρατήσουν ζωντανή την ελληνική γλώσσα και συνάμα θα ανδρωθούν με εθνική συνείδηση.
Με τη βοήθεια της Επιτροπής προς ενίσχυση της Ελληνικής Εκκλησίας και Παιδείας και του Ελληνικού Υπουργείου Εξωτερικών ο Φώτιος καταφέρνει να διπλασιάσει τον αριθμό των ελληνικών σχολείων σε μια περιοχή που βράζουν οι συμμορίες τρομοκρατώντας τον άμαχο ελληνικό πληθυσμό.
Προσπαθεί μέσα σ' αυτές τις αντίξοες συνθήκες να ενισχύσει τους δασκάλους και τις δασκάλες και τις νηπιαγωγούς να παραμείνουν σταθεροί στις θέσεις τους , παρά το γεγονός ότι δέχονται πολλές απειλές για τη ζωή τους από τους αδίστακτους κομιτατζήδες.
Μάλιστα δίνει μεγάλο αγώνα ώστε να εισαχθεί το μάθημα της γυμναστικής στο γυμνάσιο, πράγμα που οι Τουρκικές αρχές δεν ε[ιτρέπουν. Επιπλέον παρακολουθεί προσωπικά τις εξετάσεις των μαθητών απομακρύνοντας τα όποια εμπόδια μπορεί να ταράξουν την ομαλή διεξαγωγή τους.
Μέσα στα πλαίσια των εκπαιδευτικών αρμοδιοτήτων του είναι και η μέριμνα για χορήγηση υποτροφιών με αριστούχους μαθητές για να προσληφθούν στο Υποδιδασκαλείο Θεσσαλονίκης. Ο μακεδονικός αγώνας έχει αρχίσει κι αυτός περιπλέκεται όλο και περισσότερο σ' αυτόν. Περιέρχεται τα χωριά καβάλα στ΄άλογό του ενθαρρύνοντας και ενισχύοντας το φρόνημα των κατοίκων. Συνέπεια αυτού είναι ο λιθοβολισμός του τον Ιούνιο του 1906 στο χωριό Πλιάσα από ρουμανίζοντες .
Ο ίδιος ζητάει από τον ανδρικό πληθυσμό να γεμίσει την εκκλησία του χωριού και να μην πτοηθεί. Στην δοξολογία που ακολουθεί ο Φώτιος με όλους τους ιερείς και τους προκρίτους του χωριού που βρίσκεται μεταβαίνει στην εκκλησία γεμάτος συγκίνηση λειτουργεί και στη συνέχεια εξηγεί στους πιστούς τι έχει γίνει. Ο ενθουσιασμός μεταδίδεται και στις γυναίκες οι οποίες μεταβαίνουν στη Μητρόπολη προκειμένου να συγχαρούν τον Φώτιο.
Οι πρόκριτοι στέλνουν τηλεγράφημα στο Πατριαρχείο για τη δοξολογία που τελέστηκε με σκοπό να διασωθεί ο μητροπολίτης τους. Ανάλογο τηλεγράφημα στέλνεται μαζί με διαμαρτυρία στον Σουλτάνο και στον Τούρκο διοικητή της περιοχής. Όλα τα γεγονότα που ακολουθούν φανατίζουν όλο και περισσότερο την ατμόσφαιρα στην Κορυτσά και προκαλούν αναβρασμό στους πολίτες.
Κάθε χρόνο το πρώτο δεκαπενθήμερο του Σεπτεμβρίου ο Φώτιος συνηθίζει να επισκέπτεται το χωριό Μπρατοβίστα ανατολικά του όρους Μορόβα. Στα μισά της διαδρομής και χωρίς ο ίδιος να διαθέτει στρατιωτική συνοδεία μια και η τουρκική διοίκηση αρνήθηκε να του παρέχει για να μην περιέρχεται στα χωριά , του στήνουν ενέδρα μια συμμορία αποτελούμενη από 50 Τούρκους και Ρουμάνους.
Πυκνοί πυροβολισμοί ακούγονται από τα δέντρα του δάσους. Στόχος τους ο δεσπότης με τη συνοδεία του. Μια σφαίρα βρίσκει τον Φώτιο στον αυχένα και βγαίνει από το λαιμό ανοίγοντάς του τον λάρυγγα. ήταν 9 Σεπτεμβρίου του 1906.
Ο μαρτυρικός του θάνατος προκαλεί μεγάλη θλίψη και αγανάκτηση στο πανελλήνιο. Οι χριστιανοί της Κορυτσάς και της Πρεμέτης πέφτουν σε βαθύτατο πένθος και τρέχουν από παντού να φιλήσουν το χέρι του αγαπημένου τους δεσπότη για τελευταία φορά. Την κηδεία του τελούν ο Καστοριάς Γερμανός Καραβαγγέλης και ο Προκόπιος του Δυρραχίου. Ο λόγος του Καραβαγγέλη είναι πύρινος και εκρηκτικός.
«Δεν πρέπει να απελπιζόμαστε ποτέ. Χάσαμε τον λατρευτό μας, τον πολύτιμο πνευματικό Πατέρα. Αλλά στη θέση του θα στείλουν άλλον, το ίδιο άξιον και καλόν.
Και αν σκοτώσουν κι εκείνον, θα στείλουν άλλον καλύτερο. Κι η θέση ποτέ δεν θα χηρεύσει. Γιατί έχουμε Ιεράρχες αφοσιωμένους στο Γένος και στον Αγώνα...».
Στα Απομνημονεύματά του ο Γερμανός Καραβαγγέλης αναφέρει: Ο Φώτιος ήταν φίλος και συμμαθητής μου, άνθρωπος μορφωμένος και ειρηνικός που με παρακαλούσε να πάψω τις επικίνδυνες περιοδίες μου, να μην τρέχω δεξιά κι αριστερά, γιατί θα με σκοτώσουν οι κομιτατζήδες και οι συνεργαζ'ομενοι μαζί τους.
Στην Αθήνα η είδηση της δολοφονίας του Φώτιου έρχεται λανθασμένη. Οι δημοσιογραφικοί και στρατιωτικοί κύκλοι του Μακεδονικού Κομιτάτου πληροφορορούνται πως ο Καραβαγγέλης και όχι ο Φώτιος είναι το θύμα. Ο πρόεδρος του Μακεδονικού Κομιτάτου Δημήτριος Καλοποθάκης δημοσιεύει στην εφημερίδα ΕΜΠΡΟΣ νεκρολογία του Καραβαγγέλη αποκαλύπτοντας πολλά στοιχεία της εθνικής του δράσης.
Το αποτέλεσμα είναι να εκδιωχθεί με την απαίτηση των Τούρκων, ο Καραβαγγέλης από την μητρόπολη Καστορίας κι ο Καλαποθάκης, για το σοβαρότατό του λάθος, να παραιτηθεί από τη θέση του Προέδρου του Κομιτάτου.
Ο Φώτιος ετάφη στον περίβολο του μητροπολιτικού ναού του Αγίου Γεωργίου. Σήμερα στη θέση αυτή υπάρχει μια πλατεία. Αυτός ήταν ο Πόντιος δεσπότης Κορυτσάς Φώτιος Καλπίδης που πρώτος έδωσε τη ζωή του για την απελευθέρωση της Μακεδονίας. Στη θέση του κανένας δεν κατάφερε
να στεριώσει , γιατί δεν μπορούσε να αντέξει τις δύσκολες συνθήκες.
Τέσσερα χρόνια κράτησε ο ένοπλος Μακεδονικός Αγώνας. Έγιναν πολλές αιματηρές μάχες, συγκρούσεις και αναρίθμητοι υπήρξαν οι μάρτυρες και οι ήρωες. Τελικά το 1908 οι Νεότουρκοι υποσχέθηκαν ισονομία και ισοπολιτεία σε όλες τις εθνότητες του Οθωμανικού κράτους.
Στην πορεία όμως δεν κράτησαν το λόγο τους, οπότε όλοι οι βαλκάνιοι λαοί Έλληνες, Βούλγαροι, Σέρβοι, και Μαυροβούνιοι το 1912, κήρυξαν επιτέλους τον πόλεμο εναντίον της Τουρκίας.
Οι παλιοί Μακεδονομάχοι, οργανωμένοι σε σώματα προσκόπων, άνοιξαν τον δρόμο στον ελληνικό στρατό, ο οποίος με επικεφαλής τον διάδοχο τότε Κωνσταντίνο, ελευθέρωνε τη μια μετά την άλλη τις πόλεις της Μακεδονίας.
Στις 6 Οκτωβρίου ο ελληνικός στρατός απελευθερώνει την Ελασσόνα, στις 10 απελευθερώνονται τα Σέρβια, μία μέρα μετά η Κοζάνη. Στις 16 Οκτωβρίου η Κατερίνη και η Βέροια, στις 18 η Έδεσσα, στις 20 τα Γιαννιτσά, για να φτάσει ανήμερα της γιορτής του Αγίου Δημητρίου,στις 26 Οκτωβρίου να απελευθερώσει τη Θεσσαλονίκη.